O γάμος στα Βρουβιανά |
Σελίδα 1 από 4 Από τα πανάρχαια χρόνια, όταν οι άνθρωποι άρχισαν να ζουν σε οργανωμένες κοινωνίες, ο γάμος έπαιξε πρωτεύοντα ρόλο στην ανάπτυξη των κοινωνιών αυτώνανεξάρτητα από θρησκείες,
δόγματα, πολιτικές και οικονομικές καταστάσεις. ![]() ![]() Στη χώρα μας ο γάμος μέχρι το 1983 λειτουργούσε μόνο ως θρησκευτικό μυστήριο, βασική προϋπόθεση για τη δημιουργία οικογένειας. Από το 1883 θεσπίστηκε ο πολιτικός γάμος ως ισότιμος του θρησκευτικού. Ας δούμε πως γινόταν παλιότερα ο γάμος στο χωριό μας… α) Το προξενιό: Στα παλιότερα χρόνια οι νέοι των Βρουβιανών παντρεύονταν κυρίως με προξενιό. Ακόμα και όταν δυο νέοι αγαπιούνταν και τα είχαν ‘’φκιαγμένα’’, ακολουθούσε η τυπική διαδικασία του προξενιού για να τηρηθούν τα προσχήματα. Οι προξενητάδες, ήταν άντρες κυρίως αλλά δεν έλειπαν και οι προξενήτρες. Ήταν άνθρωποι, που σήμερα θα τους χαρακτηρίζαμε επαγγελματίες, με ικανότητες στην πειθώ, καλοί χειριστές του λόγου και καταφερτζήδες που συνήθως έκλειναν με επιτυχία τη δουλειά, μερικές φορές μάλιστα με το αζημίωτο. Όμως εκτός από τους επαγγελματίες υπήρχαν και κατά περίπτωση προξενητές, συγγενείς του υποψηφίου γαμπρού και σπάνια της υποψήφιας νύφης. Όταν, λοιπόν, κάποιος νέος του χωριού ερχόταν σε ηλικία γάμου, έστελνε η οικογένειά του προξενιό στην υποψήφια νύφη. Η νύφη μπορεί να ήταν από το ίδιο το χωριό ή από γειτονικό, πολλές φορές και από πιο μακρινά χωριά. Ο προξενητής λοιπόν συναντώντας τους συγγενείς της νύφης, άρχιζε να παρουσιάζει τα προσόντα του γαμπρού ότι είναι από καλή οικογένεια, ομορφονιός, από τα πρώτα παλικάρια, με καλή οικονομική κατάσταση, με χωράφια, γίδια πρόβατα, γελάδια, άλογα, μουλάρια και ότι άλλο είχε στην κατοχή του ο γαμπρός. Μεγάλη σημασία έδινε επίσης στα ζητήματα ηθικής του γαμπρού και της οικογένειάς του. Πολλές φορές βέβαια έλεγε και κανένα ψεματάκι βάζοντας και λίγη σάλτσα στα λεγόμενά του, για να πείσει την άλλη πλευρά. Από την πλευρά της νύφης, αντιπαρέθεταν τα προσόντα της όπως την ομορφιά, τη νοικοκυροσύνη, το πόσο άξια είναι, προπαντός την ηθική της κ.α. Ένα στοιχείο που αποτελούσε μεγάλο πλεονέκτημα στην πλευρά της νύφης ήταν η προίκα. Αφού ο πατέρας της νύφης φανέρωνε τι είχε ταμένο να δώσει προίκα στην κόρη του όπως ζώα, χωράφια, χρήματα, χοντροσκούτια, είδη οικιακής χρήσης κ.α. τότε ο προξενητής προσπαθούσε να διαπραγματευτεί με τον καλύτερο τρόπο για να πάρει κάτι παραπάνω και συνήθως τα κατάφερνε, σύμφωνα πάντα και με τις εντολές που είχε πάρει από την οικογένεια του γαμπρού. Εκείνα τα χρόνια η προίκα ήταν «αναγκαίο κακό». Δεν ήταν λίγες οι φορές που τα προξενιά δεν τελειώνανε εξαιτίας της. Πολλές φορές ο πατέρας της νύφης έδινε ότι είχε και δεν είχε για να δει την κόρη του παντρεμένη και ευτυχισμένη, να αποκαταστήσει το «αδύνατο» όπως έλεγαν τότε τα κορίτσια. β) τα λογοδοσήματα: Όταν συμφωνούσαν οι δύο οικογένειες και τέλειωνε το προξενιό, οι δύο νέοι ήταν πλέον λογοδοσμένοι. Οι συγγενείς των λογοδοσμένων δεν μπορούσαν να δεχτούν κουβέντα για άλλα προξενιά για τους μελλόνυμφους, ακόμα και αν τύχαινε καλύτερη περίπτωση. Αρραβώνες δεν γινόταν πάντοτε και οι μελλόνυμφοι έμεναν λογοδοσμένοι μέχρι το γάμο. Αν μία οικογένεια αθετούσε το λόγο της και παράγγελνε στην άλλη ‘’δεν έχουμε τίποτα’’ τότε τα πράγματα έπαιρναν δυσάρεστη τροπή. Οι δύο οικογένειες καταντούσαν σχεδόν εχθρικές και περνούσε πολύς καιρός για να περάσει ο θυμός. Όταν μάλιστα η οικογένεια που αθετούσε το λόγο της ήταν της νύφης, ο γαμπρός ένοιωθε πολύ μεγάλη προσβολή. Ο προσβληθείς νέος καμιά φορά αντιδρούσε δυναμικά και αποτελεσματικά. Έκλεβε την κοπέλα εκούσια ή ακούσια χωρίς να λογαριάζει το οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον. Η απαγωγή ήταν καλά οργανωμένη και ο απαγωγέας γνωρίζοντας τις κινήσεις της έβρισκε τρόπο να την αρπάξει, όσο και αν τη φυλάγανε οι δικοί της. Όταν την έβρισκε ξεμοναχιασμένη ή συνοδευόμενη από άλλη γυναίκα ή μικρό παιδί, την άρπαζε σαν αετός την πουλακίδα, την έπαιρνε μαζί του και κρυβόταν στις εξοχές του χωριού ή πήγαιναν σε άλλα μέρη. Εκεί αν ήταν ενήλικοι και λάβαιναν τα στεφανοχάρτια μπορούσαν να στεφανωθούν. Σε αυτή την περίπτωση η οικογένεια της νύφης μετά τα πεισμώματα δεχόταν ξανά το παιδί τους δεχόμενοι τα τετελεσμένα. Όμως και στην περίπτωση που δεν είχαν στεφανωθεί, μετά από αρκετό χρονικό διάστημα έκαναν την ανάγκη φιλότιμο και έδιναν τη συγκατάθεση τους να γίνει ο γάμος. Δεν έλειπαν βέβαια και οι περιπτώσεις που ο απαγωγέας κατέληγε στα δικαστήρια και στη φυλακή. Κάποιες φορές ο γάμος γινόταν και μετά την αποφυλάκιση του απαγωγέα και έτσι ήταν και οι δύο πλευρές σχετικά ικανοποιημένες. Στη φυλακή πήγαινε ο απαγωγέας αν οι συγγενείς της κοπέλας κατέφευγαν στα δικαστήρια κατηγορώντας τον φυσικά για απαγωγή, γιατί η κοπέλα ακόμα και αν είχε κλεφτεί με τη θέληση της δεν θα ομολογούσε κάτι τέτοιο, γιατί αποτελούσε μεγάλη προσβολή για την οικογένειά της. γ) τ’ αρραβωνήσια: Αρραβώνες στα Βρουβιανά σπάνια γινόταν, αρκούσε το λογοδόσημο. Όταν όμως αποφάσιζαν αρραβώνες, η οικογένεια του γαμπρού αγόραζε τις βέρες και ένα Σαββατόβραδο πήγαιναν στο σπίτι της νύφης οι στενότεροι συγγενείς και φίλοι και έκαναν τους αρραβώνες. Ένας από τους γονιούς φορούσε τις βέρες στα δάχτυλα του ζευγαριού «αλλάζανε δαχτυλίδια» όπως λέγανε, προσέφερναν δώρα στη νύφη, διασταύρωναν τις ευχές τους και το αρραβώνιασμα ήταν γεγονός. Ακολουθούσε βέβαια τραπέζι και γλέντι μέχρι το πρωί. δ) Κανόνισαν στέφανα: Ο προσδιορισμός της ημερομηνίας του γάμου γινόταν με κάποια ορόσημα. Τέτοια ήταν η επιστροφή από τα χειμαδιά, τα πανηγύρια, τα πένθη κ.τ.λ. Επειδή πολλές οικογένειες κατέβαιναν στα χειμαδιά με τα κοπάδια τους και γύριζαν την Άνοιξη, οι γάμοι γινόταν συνήθως τους καλοκαιρινούς μήνες. Έτσι αν ήταν οικονομικά έτοιμοι προσδιόριζαν τους γάμους τους μήνες του Καλοκαιριού. Αν οικονομικά ήταν «στενεμένοι» το άφηναν για μετά τα πανηγύρια (αποπάγγυρα). Στα πανηγύρια, όπως και στο δικό μας τ’ Αϊ Γιαννιού στις 29 Αυγούστου, της Τατάρνας, του Καρβασαρά, της Μεσιούντας, του Μουζακίου κ.α. που ήταν έμποροζωοπανήγυρα, πουλούσαν τα ζώα και αγόραζαν τα απαραίτητα για το γάμο και τα προικιά της νύφης. Επειδή τα πανηγύρια τελειώνανε τον Οκτώβριο και από τα χειμαδιά δεν γύριζαν πριν τ’ Αϊ Γιωργιού, οι γάμοι γινόταν συνήθως από μήνα Ιούνιο έως Οκτώβριο και όπως έλεγαν οι παλιότεροι «γάμος από καβαλάρη σε καβαλάρη γίνεται», δηλαδή από του Αγίου Γεωργίου έως του Αγίου Δημητρίου. Αφού προσδιόριζαν την ακριβή ημερομηνία του γάμου, φρόντιζαν να τη μάθει όλο το χωριό για να ετοιμάζονται όσοι ήξεραν ότι θα είναι καλεσμένοι. |